- ταξιάρχῃ
- ταξιάρχηςmasc dat sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ταξιαρχῇ — ταξιαρχέω to be a taxiarch pres subj mp 2nd sg ταξιαρχέω to be a taxiarch pres ind mp 2nd sg ταξιαρχέω to be a taxiarch pres subj act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Cross of Valour (Greece) — Cross of Valour Αριστείον Ανδρείας Aristeion Andreias Gold Cross of the Cross of Valour (1974 version) Awarded by Greece … Wikipedia
Liste des appellations européennes de fruits, légumes et céréales — Cette liste des appellations européennes de fruits, légumes, céréales et condiments recense les productions végétales destinées à l alimentation humaine inscrites sur les registres européens des AOP (appellation d origine protégée et IGP… … Wikipédia en Français
Список церквей и соборов Кастории — Ниже представлен список церквей, соборов, монастырей и обителей города Кастория. Айи Анайири Айи Апостоли Элеусис Айи Трис Церковь Святого Афанасия Музаки Айос Йоргиос Оморфоклисиас Айос Йоргиос Вуну Айос Николаос Монахис Эфпраксиас Айос Николаос … Википедия
Ρόδος — Νησί της Δωδεκανήσου, το μεγαλύτερο του συμπλέγματος και το τέταρτο της Ελλάδας μετά την Κρήτη, την Εύβοια και τη Λέσβο) με έκταση 1.398 τ. χλμ. Μαζί με τα νησιά Τήλο, Σύμη, Χάλκη και Μεγίστη (Καστελόριζο) αποτελεί την πρώην επαρχία Ρόδου. Ρόδος… … Dictionary of Greek
Χίος — Νησί (841,58 τ. χλμ., 52.184 κάτ.) του Αιγαίου, που εκτείνεται παράλληλα προς τη μικρασιατική ακτή, στη χερσόνησο της Ερυθραίας, από την οποία χωρίζεται με δίαυλο πλάτους 7 χλμ. Πρωτεύουσα του νησιού είναι η ομώνυμη πόλη, η X. ή Χώρα όπως την… … Dictionary of Greek
πάρος — Νησί των Κυκλάδων, το τρίτο σε έκταση (194,46 τ. χλμ.). Βρίσκεται στα Ν του συγκροτήματος Μυκόνου Δήλου, Δ της Νάξου και Α της Σίφνου. Ωοειδής στο σχήμα, με τους μεγάλους κόλπους της Νάουσας στα Β, της Παροικιάς στα Δ και του Δρυού στα Ν, και… … Dictionary of Greek
ταξιαρχικός — ή, όν, Α [ταξίαρχος] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον ταξιάρχη («ταξιαρχικὴ ἐξουσία», πάπ.) … Dictionary of Greek
Αγάπιος — I Όνομα λογίων και φιλοσόφων. 1. Αιρετικός, μαθητής του Μάνητα (3ος αι. μ.Χ.). Σύμφωνα με τον Φώτιο, έγραψε δύο έργα όπου εξέθετε μανιχαϊκές δοξασίες. 2. O Αλεξανδρεύς (5ος αι. μ.Χ.). Γιατρός και λόγιος από την Αλεξάνδρεια. Δίδαξε ιατρική στην… … Dictionary of Greek
Αλεξανδρής — Επώνυμο αγωνιστών του 1821. 1. Ανδρέας. Γεννήθηκε στις Σπέτσες. Υπηρέτησε ναύκληρος σε διάφορα πλοία καθ’ όλη τη διάρκεια του Αγώνα. Το πλοίο του κατέστρεψε μια τουρκική κανονιοφόρο και συνέλαβε αρματωμένη μια άλλη. Ανδραγάθησε στην καταστροφή… … Dictionary of Greek